Γράφει η Ιωάννα Αμαξηλάτη
Για τη συνέντευξη συναντήσαμε τον κ. Νάσο Ιωσηφίδη, τον «Μαρουσιώτη» πλέον παλαίμαχο διεθνή ποδοσφαιριστή στο σπίτι του, για να μας μιλήσει σε μια από τις πολύ λίγες συνεντεύξεις που έχει δώσει μέχρι τώρα.
Μία μικρή βιογραφική αναδρομή στην αθλητική πορεία του σπουδαίου Έλληνα Παλαίμαχου ποδοσφαιριστή, με θητεία σε Ελλάδα & Νότιο Αφρική, Νάσου Ιωσηφίδη
Πρόκειται για έναν πολυσύνθετο αθλητή αφού 15 ετών ξεκίνησε από το χώρο του στίβου για να τον κερδίσει στη συνέχεια ο χώρος του ποδοσφαίρου, όπου με την παρουσία του αποτέλεσε καθοριστικό ρόλο σε αυτό.
Γεννήθηκε και σπούδασε στον Βόλο ενώ αναδείχτηκε, και όχι άδικα, «Ο καλύτερος παίκτης ενώσεων ποδοσφαιρικών σωματείων Θεσσαλίας».
Η πρώτη του επαφή με τον αθλητισμό γίνεται από τον Γυμναστικό Σύλλογο Βόλου, από το στίβο, όπου αγωνίστηκε στα 100, 200, 400 μέτρα και στα 110 μέτρα μετ’ εμποδίων δίνοντας πολλές διακρίσεις στη Θεσσαλία. Για την ακρίβεια ο μόνος που «έδωσε» δύο δάφνινα στεφάνια στην Εμπορική Σχολή Βόλου απ ‘ όπου και αποφοίτησε.
Έπειτα από σύντομο χρονικό διάστημα μεταπήδησε στο ποδόσφαιρο, δημιουργώντας σπουδαία καριέρα, τιμώντας με το παραπάνω όλες τις ομάδες που αγωνίστηκε. Ξεκίνησε με τη θέση του Center Four και στη συνέχεια από τη θέση του Center Back για μία ολόκληρη 20ετία (από το 1952 μέχρι σχεδόν το 1972) ! βιώνοντας, σε αγωνιστικό επίπεδο, την καλύτερη περίοδο της ιστορίας του.
– Κε Ιωσηφίδη, σας καλωσορίζω στο χώρο σας, όπου οι τοίχοι, από μόνοι τους, γεμάτοι ασπρόμαυρες φωτογραφίες εποχής διηγούνται την ιστορία σας. Πότε ήταν η πρώτη σας επαφή με το ποδόσφαιρο;
Η πρώτη μου επαφή και συμμετοχή σε ομαδικό άθλημα (ποδόσφαιρο) ξεκίνησε από την Εθνικό Βόλου και μετά «φόρεσα» φανέλα από πολλές ομάδες της Ελλάδας, όπως της ΑΕΚ, του ΠΑΟ, του ΑΧΙΛΛΕΑ ΤΡΙΚΑΛΩΝ, του ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΥ Βόλου της ΝΙΚΗΣ Βόλου.
Σε ηλικία δε, 17 χρονών παίζω με τη Μικτή Βόλου εναντίον Μικτής Λάρισας και σκοράρω τρία γκολ! Η Μικτή Βόλου έβγαλε καλούς ποδοσφαιριστές! Όπως τον Δημήτρη Κοκκινάκη (Νίκη Βόλου/ Ολυμπιακός Πειραιώς), τον βιρτουόζο Νίκο Τζίνη (Νίκη Βόλου / Ολυμπιακός Πειραιώς), τον Βασίλη Μποτίνο (Ολυμπιακός Βόλου / Ολυμπιακός Πειραιώς), τον Λευτέρη Καλλιαντζή (Νίκη Βόλου), τον Τάκη Συνετόπουλο (Ολυμπιακός Βόλου / Ολυμπιακός Πειραιώς), τον Χρήστο Ζαντέρογλου (Νίκη Βόλου), τον Θέμη Μουστακλή (Παγασητικός Βόλου / Ολυμπιακός Πειραιώς). Καταλαβαίνετε ότι η αγάπη που λαμβάναμε από τον κόσμο ως νεαροί αθλητές ήταν τεράστια και προσωπικά με «σημάδεψε» θετικά σε όλη μου τη ζωή.
Το 1955 πηγαίνω στην ΑΕΚ όπου σε ένα από τα παιχνίδια τυγχάνει να «παίζουμε» σε αναμέτρηση με τον «Ερυθρό Αστέρα Γιουγκοσλαβίας» αλλά και μία άλλη φορά με τη «Rapid Wien» (Ραπίντ Βιέννης).
Κάπου στα τέλη του 1957-58 επιστρέφω στην Αθήνα για να παίξω στον «Παναθηναϊκό», όπου η αγωνιστική μου παρουσία και η απόδοση μου στην ομάδα ήταν καταλυτική.
Ποιο γκολ δεν θα ξεχάσετε ποτέ στη ζωή σας;
Σ’ ένα παιχνίδι παίζουμε υπέρ της «Αστυνομίας Πόλεων» και η τότε εφημερίδα ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΗΧΩ γράφει ΙΩΣΗΦΙΔΗΣ – ΑΕΚ 0-0 !!! Συνεχίζω στα Τρίκαλα και παίζω στον «Αχιλλέα Τρικάλων» (1958-59) όπου εκείνη την περίοδο η συγκεκριμένη ομάδα παίρνει και το πρωτάθλημα Θεσσαλίας! Αξιοσημείωτο πως για την εποχή πήρα τα περισσότερα χρήματα, ήμουν τότε ο πιο καλοπληρωμένος ποδοσφαιριστής!
Ποιο ήταν το νούμερο της φανέλα σας;
Το ( 5 ) από τη θέση Center Back
Πόσες φορές την εβδομάδα κάνατε προπόνηση ; ήταν αυστηροί «οι περιορισμοί» της προσωπικής σας ζωής λόγω αθλήματος ;
Δύο φορές την εβδομάδα αλλά εγώ όλες τις υπόλοιπες έκανα στίβο. Υπήρχε πρωτόκολλο για τον τρόπο ζωής μας που σημαίνει ότι μέχρι της 9 το βράδυ θα έπρεπε να έχουμε κοιμηθεί, να μην καπνίζουμε, να μην καταναλώνουμε αλκοόλ, σωστή διατροφή και γενικότερα να ακολουθούμε έναν υγιεινό τρόπο ζωής.
- Ύστερα μου είπατε ότι ξεκινήσατε διεθνή καριέρα στο εξωτερικό.
Ναι, αρχίζω διεθνή καριέρα στο εξωτερικό και συγκεκριμένα στη Νότια Αφρική, με τις απαιτήσεις να είναι υψηλές. Αγωνίζομαι στο Cape Town με την Ελληνική ομάδα Hellenic, στο Johannesburg με την Ελληνική ομάδα Corinthians, με συμπαίκτες τον Μίμη Στεφανάκο, τον Παράσχο Αυγετίδη. Τέλος παίζω στην Ιταλική ομάδα Olympians όπου και οι 11 παίκτες ήμασταν διαφορετικών εθνικοτήτων. Βραζιλιάνοι, Ισπανοί, Πορτογάλοι, από Αργεντινή… εκεί είμαι ο μοναδικός Έλληνας και γι αυτό το λόγο με φωνάζουν «Zorba the Greek» !
Με την «Hellenic» παίζουμε και ένα παιχνίδι εναντίον της «Real Madrid» (ΡΕΑΛ ΜΑΔΡΙΤΗΣ), με τον τότε Πρόεδρό της Santiago Bernabéu, απέναντι σε μεγάλα ονόματα της εποχής όπως τον Puskás Ferenc, τον José Santamaría, τον George Best.
- Γιατί στη Νότια Αφρική και όχι στην Ελλάδα;
Η Νότια Αφρική εκείνη την εποχή ήταν παράδεισος, με ωραία γήπεδα, καταπληκτικές υποδομές και εγκαταστάσεις σταδίων.
Φαντάζομαι έχετε όμορφες αναμνήσεις από εκείνα τα χρόνια.
Πολύ όμορφες, με την ομάδα ταξιδεύαμε συνέχεια. Πηγαίναμε από πόλη σε πόλη γνωρίζοντας τα γήπεδα όλης της Νότιας Αφρική, στο Cape Town, στο Durban, στο Port Elizabeth, στην Pretoria, στο Bloemfontein.
Η Νότιος Αφρική τότε ήταν και προορισμός από Έλληνες, σταρ της εποχής, που κάναμε όλοι μαζί παρέα, όπως τον Κώστα Χατζηχρήστο και την Σπεράντζα Βρανά.
Επίσης η Νότια Αφρική, της Χρυσής Δεκαετίας του ΄60, για έναν επαγγελματία ποδοσφαιριστή είχε πολλά χρήματα τότε σε σχέση με την Ελλάδα. Ένα παράδειγμα θα σας πω μόνο, ότι στην Ελλάδα εκείνη την εποχή ένας ποδοσφαιριστής έπαιρνε 1.000 δραχμές το μήνα ενώ στην Αφρική 40.000 σε δραχμές αντίστοιχα το μήνα !
– Τελειώνοντας την καριέρα σας ως επαγγελματίας ποδοσφαιριστής ασχοληθήκατε με κάτι άλλο που είχε σχέση με το ποδόσφαιρο; (γιατί βλέπω – σε κορνίζα – ότι έχετε αποκτήσει δίπλωμα εγκεκριμένο από την Αγγλική Ακαδημία της Νοτίου Αφρικής «Professionale Certificate for Coaching”)
Ναι, αυτό δεν ήταν το φινάλε. Από τις αρχές του 1978 ξεκίνησα την προπονητική μου καριέρα και αναλαμβάνω ως προπονητής πλέον την ομάδα του «Παναιγιάλειου» στο Αίγιο, ενώ σε δέκα παιχνίδια που παίξαμε «φέρνω» στην ομάδα του Αιγίου εννέα νίκες και μία ισοπαλία !
- Κι όμως εδώ διακρίνω μία «πίκρα» ;
Ναι εγκαταλείπω, δηλώνω παραίτηση από προπονητής στην ομάδα του Αιγίου για λόγους «αξιοπρέπειας» … ο νοών νοείτω !
- Το ποδόσφαιρο σε σχέση με το τότε και το σήμερα.
Το ποδόσφαιρο δεν άλλαξε! Οι «καλοί» του τότε κάλλιστα θα μπορούσαν να παίξουν και σήμερα! Απλά τώρα το ποδόσφαιρο έχει γίνει επαγγελματικό, «δεν έχει την αγνότητα που είχε τότε»! Οι ομάδες έχουν γίνει επιχειρήσεις. Οι πρόεδροι ήταν αγνοί, καθαροί, επαγγελματίες και βοηθούσαν τον αθλητισμό χωρίς κέρδος !
- Έχετε κρατήσει επαφές με παλιούς συναδέλφους σας;
Ναι, με τον Βασίλη Μαστρακούλη του ΑΠΟΛΛΩΝΑ, τον Βολιώτη μπασκετμπολίστα Βασίλη Γκούμα και από τον Ολυμπιακό Βόλου τον Τάκη Βαρούτσικο και τον Απόστολο Μαντζαφλέρη.
- Με ποιους άλλους έχετε παίξει μαζί ;
Με τον Μίμη Φιλακούρη, τον Κώστα Φλορέντζο, τον Αχιλλέα Σαββίδη, τον Σταύρο Χαμόδρακα, τον Νίκο Σεβαστόπουλο, τον Μίμη Στεφανάκο.
– Διαδόχους; Μου είπατε ότι έχετε 4 εγγόνια από τα οποία τα τρία είναι αγόρια! Καταφέρατε να περάσετε σε αυτά το πάθος σας για το ποδόσφαιρο;
Και τα τέσσερα εγγόνια μου ασχολούνται με τον αθλητισμό σε ερασιτεχνικό επίπεδο όμως, με τον πρωτότοκο τον Δημήτρη Λόλη να ασχολείται με το ποδόσφαιρο.
Τα συναισθήματά σας για το ποδόσφαιρο;
Το ποδόσφαιρο σε γεμίζει μοναδικά, ανάμικτα θα έλεγα συναισθήματα. Το ποδόσφαιρο ενώνει και χωρίζει. Χαρά για τη νίκη αλλά και χαρά για τους απέναντι που χάνουν!
– Μου είπατε ότι εδώ και 30 χρόνια ζείτε στο Μαρούσι, γι΄αυτό και στην αρχή του άρθρου σας αποκαλώ Μαρουσιώτη ! Ο σημερινός Δήμαρχος Αμαρουσίου κ. Θεόδωρος Αμπατζόγλου στηρίζει θέματα που αφορούν τον αθλητισμό.
Παρακολουθώ όλα τα τοπικά νέα και από ότι μου λένε και τα εγγόνια μου, φτιάχτηκε πρόσφατα ένα νέο κλειστό, πρωτοποριακό γήπεδο-μπαλόνι στο 4ο Γυμνάσιο-Λύκειο Αμαρουσίου, το «Ζεκάκειο», όπου λειτουργεί σαν προπονητήριο για διάφορα αθλήματα καθώς και για ποδόσφαιρο σάλας.
Μια που αναφερόμαστε στο Μαρούσι δεν μπορώ να μην πω για τον καλό μου φίλο και έναν από τους καλύτερους τερματοφύλακες, μαζί με τον Αντώνη Νικοπολίδη, πρώην διεθνή ποδοσφαιριστή, Πρόεδρο της ΠΑΕ Παναθηναϊκός και πρώην Δημοτικό Σύμβουλο Βασίλη Κωνσταντίνου.
Ποιο μήνυμα θα στέλνατε σε νεότερους ποδοσφαιριστές;
Το να είσαι επαγγελματίας ποδοσφαιριστής έχει πολλές και μεγάλες ιδιαιτερότητες. Υπάρχει μόχθος και πράγματι μεγάλος άθλος για να φτάσει κάποιος ψηλά. Εγώ θα συμβούλευα δύο πράγματα. Επειδή είναι εφήμερο επάγγελμα πρέπει ένας επαγγελματίας ποδοσφαιριστής να γνωρίζει το μετά του τέλους της καριέρας του, να υπάρχει σύνεση με τα οικονομικά του και το δεύτερο κυριότερο για όλους τους νέους ποδοσφαιριστές, να στέλνουν ηχηρά μηνύματα κατά της οπαδικής βίας.